Ο ΕΚΤΩΡ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ !!!!

 

 

 

Άντε τώρα να καταλάβεις τους ανθρώπους !!!

 

Οι άνθρωποι! Ποτέ δεν θα μπορέσω να τους καταλάβω. Είμαι σίγουρος γι αυτό... Όλοι ξέρουμε, από κουτάβια ακόμα, πως όταν πεινάμε, τρώμε και όταν διψάμε, πίνουμε.

 

Πίνουμε όλοι λοιπόν για να ξεδιψάσουμε εκτός από τους ανθρώπους οι οποίοι πίνουν για να καίγονται: ναι ακριβώς έτσι!

 

Να χτες η θεά μαμά μου μαζί με κάτι επισκέπτες έπιναν ένα νερό που έκαιγε που το έλεγαν ούζο. Πως το ξέρω; Να έτσι όπως μιλάγανε και κανείς δεν είχε την προσοχή του σ’ εμένα, επειδή δίψαγα έχωσα βιαστικά την γλώσσα μου μέσα στο ποτήρι της μαμάς μου που με κράταγε αγκαλιά κι έπαθα σοκ.

 

Κατακάηκα, φτερνιζόμουνα συνέχεια, έβηχα, πνίγηκα, όλα τα έπαθα. Κατατρόμαξα και πήγα και κρύφτηκα μακριά από το καυτερό νερό που οι άνθρωποι κουνούσαν απειλητικά προς το μέρος μου και όλο γέλαγαν.

 

Άντε λοιπόν να καταλάβεις τους ανθρώπους.

 

Εμ! Το άλλο που το λένε τσιγάρο! Αυτό κι αν καίει. Το θυμάμαι αυτό από μικρό κουτάβι που από περιέργεια πήγα απλώς να το μυρίσω.

 

Καλέ! Το γιατί οι άνθρωπο ρουφάνε αυτή τη φωτιά, καίνε τα σπλάχνα τους και τα έντερά τους και μετά βγάζουνε καπνούς ε! Αυτό κανείς δεν μπόρεσε να  μου το εξηγήσει. Είχα ρωτήσει ένα φίλο μου που ήταν πολύ γέρος και ήξερε πολλά πράγματα για τους ανθρώπους και μου είχε πει ήταν μια συνήθεια των ανθρώπων.

 

Δηλαδή τι; Να καίω κάθε μέρα ας πούμε το πόδι μου, μέχρι να βγάλει καπνούς;

 

Μα πως είναι δυνατόν να είναι αυτό το πράγμα συνήθεια;  Άσε  που δεν κλαίνε ποτέ όταν καίγονται αλλά πάντα γελάνε και δείχνουν ευχαριστημένοι!

 

Γι αυτό σας λέω ότι οι άνθρωποι μπορεί να είναι θεοί αλλά είναι και τρελοί σίγουρα!

 

 

 

 

 

Οι άνθρωποι είναι θεοί και είναι και μάγοι.

 

Έχουν ένα μεγάλο μαγικό κουτί που το λένε ψυγείο. Αυτό το κουτί γεννάει πάντοτε φαγητά, νοστιμιές, λιχουδιές και τους καλύτερους μεζέδες.

 

Ποτέ μα ποτέ οι θεοί δεν πάνε να κυνηγήσουν, ίσως γι’ αυτό δεν κάνουν ποτέ τον κόπο να μυρίσουν τα θηράματα που τυχόν βρίσκονται στο δρόμο τους.

 

Ίσως γι’ αυτό φέτος στις διακοπές μας στη Ρόδιο όταν ανεβήκαμε ψηλά σε ένα βουνό δεν έδιναν καμία σημασία στα αγριοκάτσικα που έτρεχαν αλαφιασμένα δεξιά κι αριστερά κατατρομαγμένα.

 

Δεν ξέρω αν τρόμαξαν από τους θεούς ή από εμένα, γιατί λίγο αργότερα η θέα μαμά μου πλησίασε ένα απ’ αυτά και του μίλησε κι αυτό κατάλαβε πως δεν θα το έτρωγε και κάθισε να το χαϊδέψει.

 

Οι θεοί ξέρουν πολλές γλώσσες, μέσα σ’ αυτές και τα κατσικίσια… 

 

Εγώ τόσες φορές με τα κατσίκια ξελαρυγγιάστηκα στο γαύγισμα λέγοντας τους ότι είμαι χορτάτος και θέλω μόνο να παίξουμε κυνηγητό, ποτέ δεν κατάφερα να τα κάνω να καταλάβουν ή ίσως πάλι έτσι όπως είμαι κατάμαυρος και μυώδης να είμαι τρομερός στην όψη κι έτσι να μην μπορούν να με εμπιστευθούν και γι’ αυτό να με φοβούνται.

 

 

 

 

 

Οι άνθρωποι έχουν μια έκφραση που την λένε «χαμόγελο». Δείχνουν δηλαδή τα δόντια τους αλλά χωρίς να κάνουν γρρρ δηλαδή χωρίς να απειλούν.

 

Όταν είναι πολύ χαρούμενοι – επειδή γεννιούνται χωρίς ουρά – για να εκφράσουν τη χαρά τους γελάνε, δηλαδή βγάζουν κάτι δυνατούς περίεργους κοφτούς ήχους συνεχόμενους.

 

Πολλές φορές προσπαθούνε να κάνουν εμάς τους σκύλους να τους μοιάσουμε. Έτσι λοιπόν οι άνθρωποι μας ακρωτηριάζουν τις ουρές μας κόβοντας άλλοτε όλη την ουρά μας, άλλοτε μερικούς σπονδύλους για να μην έχουμε ουρά όπως αυτοί.

 

Άλλοι πάλι μας φοράνε πουλοβεράκια, παλτουδάκια κλπ. γιατί νομίζουν πως κρυώνουμε όπως αυτοί, διότι οι άνθρωποι γεννιούνται εκτός από ουρά και χωρίς γούνα για προστασία.

 

Έχω ακούσει πολλές φορές τη μαμά μου να λέει πως οι άνθρωποι είναι εκφυλισμένο είδος και πως το μόνο στο οποίο υπερέχουν από τα ζώα είναι το μυαλό.

 

Εγώ επειδή τους αγαπάω πολύ τους ανθρώπους προσπαθώ πάντα να τους καταλαβαίνω και έχω μάθει να είμαι υπομονετικός μαζί τους. Αλλά όταν μας κόβουν τις ουρές μας δεν μπορώ να καταλάβω σε τι υπερέχουν στο μυαλό! Δηλαδή αν εγώ έκοβα ένα δάχτυλο ενός ανθρώπου θα είχα πολύ μυαλό;

 

Εμείς κουνάμε την ουρά μας για να εκφραστούμε και οι άνθρωποι κάνουν το ίδιο με τα δάχτυλα τους.

 

Αυτοί λοιπόν πώς είναι έξυπνοι όταν μας αφαιρούν τον κύριο τρόπο έκφρασης μας ενώ αν κάνουμε εμείς το ίδιο θα είμαστε απλώς κακά και ηλίθια σκυλιά; Ευτυχώς εγώ έχω ολόκληρη την ουρά μου!

 

Άσε δε να μην μιλήσω για το γούστο τους και ειδικά στην αίσθηση της όσφρησης.

 

Μας γεμίζουν αρωματικά σαμπουάν, κρέμες, σπρέι, κολόνιες κλπ. για να μην μυρίζουμε λέει «σκυλίλα». Μα έχει λογική να βάζεις μια φριχτή μυρωδιά και μάλιστα πολύ ερεθιστική για τα ρουθούνια για να καλύψεις την κανονική, υπέροχη, προσωπική μυρωδιά του καθενός; Και γιατί οι άνθρωποι δεν μιλάνε ποτέ για την δική τους μυρωδιά την «ανθρωπίλα»;

 

Πιστεύω πως σίγουρα δεν μπορούν πια να την μυρίσουν… 

 

Εγώ καταλαβαίνω κάθε έναν από τους φίλους μας τους ανθρώπους όταν έρχονται προς το σπίτι μας πριν καλά-καλά μπουν στο τετράγωνο, ενώ αυτοί τους καταλαβαίνουν μόνο όταν μιλήσουν μαζί τους από το θυροτηλέφωνο.

 

Άρα μάλλον δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την προσωπική μυρωδιά του καθενός… Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς οσμές, μου φαίνεται φρίκη… Σε κάτι τέτοια τους λυπάμαι τους ανθρώπους.

 

Αλλά ούτε και οι άλλες αισθήσεις τους πάνε καλά. Η ακοή τους για παράδειγμα. Σίγουρα οι περισσότεροι έχουν πρόβλημα. Κατ’ αρχάς δεν έχω δει ποτέ άνθρωπο να κουνάει τ’ αυτιά του προς την κατεύθυνση ενός ήχου. Ύστερα πολλές φορές βάζουν κάτι μηχανήματα σε λειτουργία που βγάζουν κάτι ήχους που τους λένε «μουσική» και συνήθως το βάζουν πολύ δυνατά. Η μουσική είναι κρότοι, θόρυβοι, φωνές, στριγκλιές, κτύποι όλα μαζί ταυτόχρονα. Τότε εγώ νιώθω πως τρελαίνομαι, κάπως έτσι πιστεύω πως χάλασαν την ακοή τους…

 

Άσε που όταν βρίσκονται στη φύση είναι προφανές πως δεν ακούνε τίποτε από τους ήχους της φύσης, ούτε καν το πέταγμα των εντόμων από λουλούδι σε λουλούδι, ούτε το σύρσιμο των σκαθαριών και των φιδιών στο έδαφος ή την ελαφριά πνοή του ανέμου.

 

Στη φύση δύσκολα χαίρονται, όλο γκρινιάζουν: «πω-πω ζέστη, τι ήλιος βρε παιδάκι μου, δεν μπορώ άλλο να περπατάω στο βουνό έχει ανήφορο, γλιστράει, κάνει κρύο, έχει συννεφιά, πάμε να φύγουμε βαρέθηκα, δεν μπορώ την υγρασία, μ’ ενοχλούν τα έντομα, φυσάει και σηκώνει σκόνη, δεν αντέχω τ’ αγκάθια» και χίλια δυό άλλα τέτοια. Σκέτη απελπισία.

 

Όμως ούτε και η όρασή τους είναι καλή.

 

Όταν εγώ στυλώνω το βλέμμα μου και τους δείχνω κάτι ενδιαφέρον, πάντα δυσκολεύονται πάρα πολύ να καταφέρουν να δουν τι τους δείχνω. Όπως χθες για παράδειγμα που μάταια προσπαθούσα να δείξω στην θεά μαμά μου μια πασχαλίτσα και μια κάμπια στο φύλλωμα της τριανταφυλλιάς.

 

Πολλοί από αυτούς το ξέρουν ότι δεν βλέπουν καλά και για να βοηθηθούν φοράνε κάτι πράγματα στα μάτια του που τα λένε «γυαλιά».

 

Μια φορά κοίταξα και εγώ μέσα απ’ αυτά και ζαλίστηκα, ήταν όλα θολά, ακαθόριστα, αλλοιωμένα και συγκεχυμένα.

 

Τώρα αυτοί πως βλέπουν καλύτερα με τα γυαλιά, δεν ξέρω. Είναι όμως για τους ανθρώπους κοινά παραδεκτό ότι άμα δεν βλέπεις, πρέπει να βάλεις γυαλιά οπωσδήποτε. Ίσως να είναι φτιαγμένα αλλιώτικα τα μάτια τους, τι να πω;

 

Η δε γεύση τους! Εδώ είναι το παράδοξο σε όλο του το μεγαλείο! Όταν οι άνθρωποι έχουν για παράδειγμα ένα φρεσκοσφαγμένο νόστιμο κομμάτι κρέας με το αίμα του, που φυσικά θα τρέλαινε κάθε σκύλο, οι άνθρωποι το καίνε και του βάζουνε κάτι φρικτά καυστικά μυρωδικά που τα λένε μπαχαρικά, πιπέρια, κανέλλες, κλπ. για να αλλοιώσουν την υπέροχη γεύση του και μόνο όταν γίνει πολύ χάλια ή όπως λένε «όταν ψηθεί καλά» το τρώνε!!!

 

Η μαμά μου, μου λέει ότι το ωμό κρέας έχει κάτι πράγματα που τα λένε «μικρόβια» και δεν κάνει να τα τρώμε.

 

Εγώ όμως όσο κι αν το μυρίζω κι όσο κι αν το παρατηρώ αυτά τα κακά μικρόβια δεν μπορώ να τα εντοπίσω κι ούτε μπορώ να καταλάβω πώς οι άνθρωποι, που έχουν πολύ χειρότερη όσφρηση και όραση από εμάς τους σκύλους, καταφέρνουν και βλέπουν ή μυρίζουν αυτά τα μικρόβια.

 

 Τα μικρά κουταβάκια των ανθρώπων είναι πολύ πιο χαζά από τα κουταβάκια των σκύλων. Διότι εκεί που για τα σκυλάκια χρειάζεται λίγες βδομάδες για να  μάθουν να περπατούν, να τρώνε μόνα και να γαυγίζουν, τα μωρά των ανθρώπων τι να πω, χρειάζεται  τεράστιος  χρόνος και αγώνας σχεδόν μισή σκυλίσια ζωή μέχρι  να τα μάθουν! Ίσως τα καμένα φαγητά που τα ταΐζουν να μην τα βοηθάνε ν’ αναπτυχθούν γρήγορα. Πάντως έστω και πολύ αργά, όταν μεγαλώσουν σίγουρα γίνονται κι αυτά θεοί κι έχουν όλα αυτό που το λένε «μυαλό» όμως γεννιούνται με χαλασμένες αισθήσεις. Πιστεύω πως οι αισθήσεις τους δεν τους πολυχρειάζονται αφού όλοι οι άνθρωποι έχουν τα μαγικά κουτιά τα ψυγεία, έτσι  έχουν πάντα φαγητό, όλοι έχουν ρούχα αντί για γούνα, όλοι βρίσκουν ταίρι για να αφήσουν απογόνους κι έτσι δεν τσακώνονται, έχουν δηλαδή όλα τους τα προβλήματα λυμένα. Και εγώ μαζί τους φυσικά έχω και τα δικά μου προβλήματα λυμένα αλλά δεν τα έχουν όλοι οι σκύλοι.

 

Ξέρω πολλούς σκύλους φίλους μου που είναι στο δρόμο και κρυώνουν και πεινάνε και διψάνε και αρρωσταίνουν και κανείς δεν τους αγαπάει.

 

Να γιατί εμείς οι σκύλοι προσέχουμε τις αισθήσεις μας και δεν εκφυλιζόμαστε. 

 

 

 

Η 1η Ιουλίου είναι η ημέρα που έχω τα γενέθλιά μου. Η θεά – μαμά μου, βάζει κεράκια πάνω σ’ ένα γλυκό, καλεί φίλους, ανθρώπους και σκύλους, και μου τραγουδάνε και στο τέλος, το κυριότερο απ’ όλα, μου δίνουν το γλυκό και το τρώω. Μόλις φύγουν οι καλεσμένοι με παίρνει στην αγκαλιά της, με γεμίζει φιλιά όπως πάντα και μου λέει: «Σε ικετεύω Έκτορα να μην μου αρρωστήσεις, εύχομαι να ζήσεις πολλά – πολλά χρόνια για να γεμίζεις τη ζωή μου ευτυχία. Εύχομαι εκείνη η κακιά μέρα που θα σε χάσω για πάντα από κοντά μου να μην έρθει ποτέ. Μακάρι να μπορούσαμε να γεράσουμε μαζί και να πεθάνουμε μαζί». Πόσο θλιμμένα τα φιλιά της, πόσο σφιχτή η αγκαλιά της, τι περίεργη μέρα γεμάτη τραγούδια, γλυκό, φιλιά και δάκρυα...

 

 

 

 

Σήμερα είναι Κυριακή. Θα μου πείτε πώς το ξέρω αφού είμαι απλά ένας σκύλος.

 

Το ξέρω γιατί η μαμά μου κάθε φορά μου λέει: «Έκτορα, σήμερα είναι Κυριακή, μέρα για σέρβις, έλα λοιπόν, αρχίζουμε». Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να κάνω υπομονή, διότι πρώτα θα με χτενίσει, μετά θα μου πλύνει τα μάτια και θα στάξει μέσα ένα υγρό, μετά θα μου καθαρίσει τ’ αυτιά με τις απαίσιες μπατονέτες και θα βάλει κι εκεί ένα άλλο υγρό. Στη συνέχεια θα μου κόψει τα νύχια – φρίκη – και μετά θα ψηλαφίσει όλο μου το κορμί, μήπως έχω κανένα σπυράκι ή τσίμπημα ή γδάρσιμο – απόλαυση – μετά θα μου βάλει αλοιφή στις πατούσες -  γαργάλημα αφόρητο – και τέλος θα μου πλύνει τα δόντια με οδοντόκρεμα κα οδοντόβουρτσα.

 

Πάντοτε μετά απ’ όλα αυτά μου δίνει ένα μπισκότο.

 

Κι εγώ πασχίζω συνεχώς να βρω ένα τρόπο να της δώσω να καταλάβει πως δεν πειράζει ας μην το φάω αυτό το ρημαδομπισκότο προκειμένου να τα γλιτώσω όλα αυτά. Μα δυστυχώς δεν βρίσκω τον τρόπο…

 

                                                      

 

Ε! Λοιπόν έχω πάθει κάτι που το λένε «εξυπνάδα» και το οποίο μάλλον αστείο θα είναι γιατί η μαμά μου όποτε νομίζει ότι το έχω, όλο γελάει. Να ας πούμε, η ιστορία με το σεντόνι μου.

 

Η θεά-μαμά μου δεν θέλει να ανεβαίνω στο δικό της κρεβάτι για να μην της λερώνω αυτά που τα λένε σκεπάσματα που τα χρειάζονται οι άνθρωποι αφού ως γνωστό δεν έχουν γούνα. Γι αυτό όταν θέλει να μου επιτρέψει ν’ ανέβω μου στρώνει ένα δικό μου σεντόνι.

 

Στάθηκα λοιπόν μια μέρα απέναντί της και της γαύγισα για να μου το στρώσει ν’ ανέβω, αλλά αυτή φάνηκε να μην καταλαβαίνει τι της έλεγα.

 

Πήγα λοιπόν κι εγώ στο καλάθι με τα άπλυτα, πήρα το δικό μου το σεντόνι, το έβαλα πάνω στο κρεβάτι και ξάπλωσα άνετος κι ωραίος.

 

Η μαμά μου έσκασε στα γέλια και το ‘χει και το λέει σε όλους τους γνωστούς και γελάνε κι εκείνοι.

 

Όλοι μάλιστα συμφωνούν πως έχω πάθει εξυπνάδα.....

 

               

 

Άντε τώρα να καταλάβεις τους ανθρώπους.

 

Όταν ήμουν σχεδόν 1 έτους η θεά μαμά μου με πήγε βόλτα στο βουνό που είναι κοντά μας και το λένε Υμηττό.

 

Λατρεύω αυτό το μέρος με τα πολλά δέντρα και φροντίζω να τα ποτίζω μέχρι αφυδατώσεως.

 

Κάποια στιγμή η μαμά μου χαρούμενη είπε: «Α! τι ωραίο κυκλάμινο» κι άρχισε να σκάβει με τα δάχτυλά της. Οι άνθρωποι όπως θα έχετε παρατηρήσει έχουν πολύ κακής ποιότητας νύχια, μαλακά και λεπτεπίλεπτα κι έτσι είναι ακατάλληλα για σκάψιμο. Ενώ τα δικά μου νύχια είναι ότι πρέπει! Πήγα λοιπόν κι εγώ να τη βοηθήσω κι άρχισα να σκάβω με μανία. Η μαμά μου γελούσε συνέχεια. Βγάλαμε τον βολβό και εισέπραξα πολλά μπράβο. Τότε λίγο πιο δίπλα εντόπισα κι άλλον ένα ίδιο βολβό κι άρχισα να ξανασκάβω. Σε λίγο παρέδωσα στη μαμά μου τον δεύτερο βολβό και ακολούθησε και ο τρίτος. Η μαμά μου ενθουσιάστηκε αυτή τη φορά. Με χάιδεψε και μου έλεγε συνέχεια «μπράβο Έκτορα είσαι πολύ έξυπνος, είσαι παρατηρητικός, μαθαίνεις αμέσως με την πρώτη προσπάθεια!»

 

Μετά γυρίσαμε σπίτι και η μαμά μου έφυγε ως συνήθως για δουλειές. Εγώ λοιπόν αποφάσισα να την κάνω να τρελαθεί από τη χαρά της, έτσι λοιπόν ξέθαψα από τα βαρέλια και τις γλάστρες της βεράντας μας όλους τους βολβούς που κατάφερα να εντοπίσω, φρέζες, ζουμπούλια, υάκινθους κρόκους, ίριδες, νάρκισσους.

 

Χαρούμενος περίμενα την επιστροφή της και σκεφτόμουνα πόσο πολλά μπισκότα θα μου έδινε για τόσο πολλούς βολβούς. Προς μεγάλη μου απογοήτευση αντί να χαρεί μάλλον στεναχωρήθηκε και συνέχεια μουρμούριζε πως αυτή φταίει, πως είναι δικό της λάθος και ξαναφύτεψε τους βολβούς, μάζεψε τα χώματα και αφού τα τακτοποίησε όλα μου είπε: «μη αυτό είναι κακό να μην το ξανακάνεις».

 

Γι’ αυτό σου λέω, άντε να καταλάβεις τους ανθρώπους…

 

Πώς γίνεται το να ξεθάβεις βολβούς τη μία να είναι καλό και την άλλη κακό; Μάλλον οι άνθρωποι είναι μπερδεμένοι και δεν μπορούν να αποφασίσουν ένα από τα δύο.

 

Εγώ πάντως αποφάσισα πως δεν θα το ριψοκινδυνέψω, γι’ αυτό δεν θα ξανασχοληθώ ποτέ, μα ποτέ πια με βολβούς.

 

 

Θα σας διηγηθώ μια αστεία ιστορία που μας συνέβη πριν κάμποσο καιρό σε μια από τις καθημερινές μας βόλτες.

 

Που λέτε, εκεί που περπατάγαμε σκάει μύτη από τη γωνία μια κουκλάρα γιορκσάιρ τερριέ με ένα πολύ μακρύ λουρί, από αυτά που αυξομειώνουν. Ήταν περίπου 6 μηνών και ήταν στις μέρες της για ζευγάρωμα με την ουρά στο πλάι.

 

Θεέ των σκύλων! Τι τύχη ήταν αυτή! Αμέσως ανέλαβε εργασία προσπαθώντας να ζευγαρώσω μ’ αυτή την θεσπέσια, αλλά υπερβολικά μικροσκοπική ύπαρξη. Όταν έστριψε από την γωνία η γιαγιάκα που ήταν η ιδιοκτήτρια της και δεν είδε πουθενά το σκυλί της παρά μονάχα την άκρη του λουριού μπερδεμένη μέσα στο τρίχωμά μου άρχισε να φωνάζει: «βοήθεια μου το έφαγε το σκυλί μου, βοήθεια!» Η μαμά μου τα έχασε και της είπε: «μην κάνετε έτσι, απλά στην κοιλίτσα του το έχει», εννοώντας βέβαια απ’ έξω! Έλα όμως που η γιαγιάκα το εξέλαβε σαν από μέσα και άρχισε να φωνάζει πιο πολύ! Τότε η μαμά μου κατόρθωσε να τραβήξει τη μικρή από τα πόδια μου που την είχαν σφίξει σαν μέγγενη και να την παραδώσει στην γιαγιάκα, λέγοντας της ότι ήταν ανεύθυνο εκ μέρους της να βγάζει βόλτα με τόσο μακρύ λουρί ένα τόσο μικρό σκυλί την ώρα που είναι στις μέρες του, γιατί έτσι δεν το ελέγχει. Η γιαγιάκα την κοίταξε με απορία! Ούτε καν ήξερε ότι οι σκυλίτσες έχουν περίοδο! Από τότε όποτε συναντιόμαστε η γιαγιάκα λέει: «Δεν είναι τίποτε, στην κοιλίτσα του το έχει…» και σκάνε στα γέλια κι αυτή και η μαμά μου.

 

Εγώ μονάχα αναστενάζω για την χαμένη ευκαιρία…                                                        

 

                                       

 

              

 

Την κτηνίατρο μας την λένε Χρυσούλα και την λατρεύω. Την γνώρισα όταν ήμουν ακόμα κουτάβι και είχαν μπει τρία άγανα στο τύμπανο του αφτιού μου και πονούσα πολύ. Τότε η Χρυσούλα μου τα έβγαλε κι εγώ ούρλιαξα από τον πόνο αλλά ανακουφίστηκα.

 

Στο τέλος η Χρυσούλα με πήρε από την αγκαλιά της μαμάς μου στη δική της αγκαλιά με χάιδεψε αρκετή ώρα και μου είπε: «συγνώμη Έκτορα δεν ήθελα να σε πονέσω αλλά δεν γινόταν αλλιώς, σε παρακαλώ μη με συνδυάσεις στο μυαλό σου με άσχημα πράγματα».

 

Δεν είμαι σίγουρος αλλά μου φαίνεται πως είδα μια σταγόνα να γυαλίζει στην άκρη του ματιού της......

 

Πως να μην λατρέψω αυτή τη γυναίκα;

 

Τώρα πια της δίνω με χαρά το πόδι μου για να μου πάρει αίμα για τις ετήσιες εξετάσεις μου και η μαμά μου με έχει δηλώσει σαν σκύλο-αιμοδότη. Δεν ξέρω τι είναι αυτό, αλλά όλοι όσοι το ακούνε λένε μπράβο, άρα είναι κάτι καλό που κάνω και δεν έχω ανακαλύψει ακόμα τι είναι... Σήμερα στο κτηνιατρείο είχα μια φοβερή εμπειρία. Εδώ και αρκετό καιρό είχαν πάει στη Χρυσούλα μια γάτα με γάγγραινα στο πόδι για ευθανασία. Η Χρυσούλα εγχείρησε τη γάτα, της αφαίρεσε το ένα πόδι όμως δεν της έκανε ευθανασία, αντί γι αυτό την ονόμασε Λουκία και την κράτησε στο κτηνιατρείο.

 

Με την Λουκία λοιπόν είμαστε πάντα αδιάφοροι εγώ κάνω πως δεν βλέπω, το ίδιο κι αυτή.

 

Είχαν λοιπόν φέρει μια άλλη γάτα με κατάγματα γιατί είχε πέσει από ένα μπαλκόνι και πονούσε πολύ και φώναζε. Τότε η Λουκία τρομοκρατήθηκε και μέσα στον πανικό της μη βρίσκοντας που να πάει να κρυφτεί, θεώρησε σωστό να χωθεί κάτω από τα πόδια μου  κρύβοντας το κεφάλι της στο τρίχωμά μου!

 

Τότε έπαθα εγώ πανικό και θυμήθηκα την φορά που άνετος κι ωραίος σήκωσα το πόδι μου να κάνω πιπί σ’ ένα θάμνο κι από κάτω μια γάτα με γρατσούνισε κοντά στα γεννητικά μου όργανα και γι αυτό και με τη Λουκία φοβήθηκα και ούρλιαξα απ’ το φόβο μου.

 

Φυσικά η Λουκία κόντεψε να πάθει καρδιακή προβολή και η μαμά μου τη σκέπασε με το μπουφάν της για να την ηρεμήσει.

 

Πολύ περίεργα ζώα οι γάτες. Εγώ ντρέπομαι λίγο που το λέω, μερικές φορές τις φοβάμαι.

 

Έχω βέβαια και κάποιες άλλες γάτες που είναι φίλες μου, τις ξέρω από κουτάβι και τρίβονται πάνω μου, αλλά νομίζω πως δεν μπορώ να τους έχω απόλυτη εμπιστοσύνη όπως μπορώ μ’ ένα σκύλο ή μ’ έναν άνθρωπο.

 

Φυσικά εγώ σαν σκύλος δεν ξέρω να μιλάω γατίσια αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να καταλάβω ούτε την γλώσσα του σώματός τους.

 

Για παράδειγμα εμείς οι σκύλοι όταν κουνάμε την ουρά μας είμαστε χαρούμενοι, οι γάτες όταν κουνάνε την ουρά τους είναι νευριασμένες, εμείς οι σκύλοι όταν κάνουμε γρρρ είμαστε θυμωμένοι οι γάτες όταν κάνουν γρρρ είναι ευχαριστημένες.

 

 Ε! Τώρα πείτε μου υπάρχουν πιο ανάποδα ζώα; 

 

  

 

 

 

Με την μαμά μου συνηθίζουμε να παίζουμε διάφορα παιχνίδια. Μου δείχνει ας πούμε ένα από τα παιχνίδια μου, με βάζει να το μυρίσω και μου ζητάει να μείνω στη θέση μου μέχρι να το κρύψει κάπου, μετά έρχεται κοντά μου και μου λέει: ψάξε να το βρεις. Είναι το παιχνίδι ψάξε-ψάξε και τελειώνει πάντα με ένα μπισκότο γιατί πάντα βρίσκω το παιχνίδι όπου κι αν το έχει κρύψει.

 

 Τι κόκερ θα ήμουν άλλωστε αν δε μπορούσα να το βρω. Μ’ αυτό το παιχνίδι έμαθα ν’ ανοίγω συρτάρια, πόρτες ντουλάπια κλπ. πολλές φορές κι εγώ κρύβω τα παιχνίδια μου αλλά ποτέ η μαμά μου δεν ψάχνει να τα βρει...

 

Άλλο παιχνίδι είναι το κρυφτό. Δηλαδή κρύβεται η μαμά μου κι εγώ ψάχνω να την βρω. Φυσικά πάντα την βρίσκω και εισπράττω πολλά μπράβο.

 

Σήμερα αποφάσισα να κρυφτώ εγώ για να με βρει εκείνη. Κρύφτηκα λοιπόν πίσω από την πλάτη του καναπέ στο σαλόνι κι όσο κι αν φώναζε η μαμά μου το όνομά μου και την εντολή: «Έλα εδώ», ίσα που ανέπνεα για να μην προδώσω τη θέση μου, όπως κάνει κι εκείνη όταν είναι κρυμμένη.

 

Η μαμά μου συνέχισε να με ψάχνει και να ουρλιάζει πια όνομά μου. Για μια ακόμη φορά μου απέδειξε πως ή όσφρηση των ανθρώπων είναι για κλάματα. Σε λίγο πια ήταν πανικόβλητη, έλεγε και ξανάλεγε: δεν είναι δυνατόν να εξαφανίστηκε, θα τρελαθώ, έχασα το σκυλί μου, η πόρτα είναι κλειδωμένη μόνο αν έπεσε από το μπαλκόνι.... εγώ ήμουν πολύ περήφανος που κατάφερα και βρήκα τόσο καλή κρυψώνα κι από τη χαρά μου κουνούσα την ουρά μου.

 

Έτσι με εντόπισε, με μια κίνηση τράβηξε τον καναπέ και μ’ έσφιξε στην αγκαλιά της λέγοντάς μου λαχανιασμένη: Μικρό μου τέρας με κοψοχόλιασες, κόντεψα να τρελαθώ, μα γιατί δε ερχόσουν τόση ώρα που φώναζα;

 

Μα για χαζό με έχει; Όμως μύρισα τον φόβο και την αδρεναλίνη της που είχε φτάσει στα ύψη κι άκουγα την καρδιά της που απ’ την ταχυπαλμία κόντευε να σπάσει και μπερδεύτηκα πλήρως. Μήπως μπορεί να μου πει κάποιος τι λάθος έκανα σ’ αυτό το παιχνίδι;

 

 

 

 

 

Καλοκαίρι 2001.

 

Φέτος το καλοκαίρι μας ήταν πολύ περίεργο.

 

Κατ’ αρχάς χάθηκε ξαφνικά ο φίλος μου ο Αλήτης, τότε λοιπόν άρχισαν όλοι να κλαίνε ασταμάτητα κι εγώ μπλόκαρα τελείως.

 

Η μαμά-θεά μου, μου έλεγε «πάει ο Αλητάκος, δεν θα τον ξαναδούμε ποτέ» και θρηνούσε για μέρες.

 

Τους άκουσα που λέγανε ότι έπαθε καρδιακό έμφραγμα. Δεν ξέρω τι είναι αυτό, αλλά σίγουρα είναι κάτι πολύ κακό. Η Άντζυ η κόρη της θεάς μαμάς μου, δηλαδή η αδελφή μου, αυτή κι αν έκλαιγε…

 

Και πολλοί φίλοι μας που ήρθαν σπίτι έκλαψαν κι αυτοί και είπαν πως τον Αλήτη τον πήρε ο θάνατος.

 

Δεν τον ξέρω αυτόν τον θάνατο, αλλά αν τον βρω μπροστά μου θα του χώσω τις δοντάρες μου όσο πιο βαθιά μπορώ, θα τον δαγκώσω μ’ όλη μου τη δύναμη για τον τόσο πόνο που μας προκάλεσε παίρνοντας τον φίλο μου τον Αλήτη.

 

Μετά από αυτό ξανάρχισε η μαμά μου να κλαίει γιατί λέει έχω καρκίνο. Ούτε ο καρκίνος ξέρω τι είναι, όμως πρέπει να είναι κάτι πολύ καλό, γιατί όλοι με χαϊδεύουν περισσότερο, δεν μου χαλάνε κανένα χατίρι, δεν με μαλώνουν αν κάνω καμία σκανταλιά και συνέχει μου δίνουν μεζεδάκια.

 

Αλλά αφού είναι τόσο καλό πράγμα ο καρκίνος γιατί η μαμά μου να κλαίει; Πάλι με μπερδέψανε.

 

Τι περίεργοι που είναι οι άνθρωποι!!!

 

Κατόπιν η Χρυσούλα, η αγαπημένη μου κτηνίατρος, γύρισε και είπε πως αφού έχω μπει στα 9 χρόνια ζωής, αρχίζω να θεωρούμαι πια γέρος! Ε! Τότε τσαντίστηκα για τα καλά! Αυτή η κτηνίατρος είναι τελείως χαζή. Ας μου φέρει καμιά θηλυκιά στις μέρες της να της δείξω εγώ πόσο γέρος είμαι.

 

Ακούς εκεί γέρος! Ούτε καν μια άσπρη τρίχα, έτσι για γοητεία δεν έχω βγάλει ακόμα.

 

Μετά είπε πως ο καρκίνος συχνά εξελίσσεται αργά στους γέρους. Δηλαδή εννοεί ότι αφού εξελίσσεται θα έχω περισσότερα χάδια και μεζεδάκια;

 

Ελπίζω ότι αυτό εννοεί. Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος με τους ανθρώπους… 

 

Αμέσως μετά αρρώστησε η γιαγιά της οικογένειας και ο γιατρός είπε πως έχει σοβαρό πρόβλημα με την καρδιά της και φοβήθηκε μήπως πάθει έμφραγμα, όπως ο Αλητάκος.

 

Εγώ όμως έχω συνέχεια την προσοχή μου μήπως όπως και στον Αλήτη έρθει ο θάνατος, γι’ αυτό εξετάζω προσεκτικά κάθε έναν που έρχεται σπίτι μας και γαυγίζω σ’ όλους τους ξένους αφού δεν ξέρω ποίος από αυτούς μπορεί να είναι ο θάνατος.

 

Κι έπειτα ήρθε στην ζωή μας ο Βίκτωρ, ένα μικροσκοπικό κουτάβι ράτσας παπιγιόν, το οποίο είναι πολύ αστείο.

 

Πότε έχει τ’ αυτιά του όρθια, πότε κάτω, μάλλον δεν μπορεί να αποφασίσει τι του αρέσει.

 

Είναι πολύ καλός αλλά και απαιτητικός, συνέχεια μου κλέβει τα παιχνίδια μου και ξετρυπώνει τα κόκαλα μάσησης όπου κι αν τα κρύψω. Όταν τρώω με σπρώχνει και χώνει τη μουσουδίτσα του και μου τρώει το φαγητό μου. Εγώ πάντα υποχωρώ γιατί ξέρω πως είναι ένα κουτάβι, μωράκι στην ανάπτυξη κι έτσι δείχνω κατανόηση.

 

Η μαμά μου πάντα μου λέει μπράβο. Λέει πως είμαι ένα ιππότης και όλο με καμαρώνει. Μερικές φορές δεν σας το κρύβω, ζηλεύω λιγάκι και μερικές φορές με εκνευρίζει με τα παιχνίδια που θέλει να παίξουμε την ώρα που ξεκουράζομαι.

 

Αλλά παρ’ όλα αυτά έχω αρχίσει να τον αγαπάω.

 

Άσε που επειδή είναι μικρός, τρώει πολλές φορές την ημέρα και η μαμά μου για να μην ζηλεύω όλο και κάτι δίνει και σ’ εμένα…

 

Γενικά τα κουτάβια έχουν πολλή πλάκα κι επιτέλους ήρθε λίγο κέφι στην οικογένεια μετά από τόσο κλάμα. 

 

 

 

 

Αυτός ο άτιμος ο γλάρος που πετάει εκνευριστικά τόση ώρα, χαμηλά, σχεδόν πάνω από το κεφάλι μου, θρασύτατα, προσγειώθηκε 15 – 20 μέτρα πιο ‘κει και με κοιτάει περιπαιχτικά. Τα νεύρα μου έχουν σπάσει. Κάθε τόσο ρίχνει και μια βουτιά στη θάλασσα και δροσίζεται και σαν να μην τρέχει τίποτε ξαναπροσγειώνεται αδιάφορα όλο και πιο κοντά μου… Το κάνει βέβαια επίτηδες, διότι οι γλάροι που είναι πολύ έξυπνα πουλιά μπορούν εύκολα να καταλάβουμε πως δεμένος σκύλος = ακίνδυνος σκύλος.

 

Η θεά μαμά μου με έδεσε διότι όπως είπε στην παραλία ενοχλούνται οι άλλοι άνθρωποι από εμένα! Δεν μπορώ να το καταλάβω. Εγώ κούνησα φιλικά την ουρά μου σε όλους κι από αυτούς σας το ορκίζομαι ούτε ένας άνθρωπος δεν μου έδειξε τα δόντια του, ούτε καν ένα μικρό γρύλισμα, απειλητικό δεν ακούστηκε, άρα πώς ενοχλούνται;

 

 Η θεά μαμά μου όμως για να επιμένει σίγουρα ξέρει κάτι παραπάνω από ‘μένα κι έτσι αναγκάστηκα να μείνω δεμένος.

 

 Εντάξει, αυτό να το δεχτώ, αλλά την κοροϊδία με τα ηλίθια κρωξίματα του γλάρου που είναι ελεύθερος και κάνει ότι του καπνίζει πως να την αντέξω…                                                    

 

                                                      

 

ΜΑΡΙΑ - ΜΑΡΙΟΝΚΑ ΔΕΚΑΡΙΣΤΟΥ

Copyright © 2019 Μαρία Δεκαρίστου
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια της συγγραφέως. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.